αποχετεύω

αποχετεύω
(Α ἀποχετεύω) [οχετός]
απομακρύνω περιττά ή ακάθαρτα υγρά από κάπου με οχετό
αρχ.
μεταβιβάζω από τον ένα στον άλλο, αποπέμπω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αποχετεύω — ευσα, εύτηκα, απομακρύνω με οχετό (σωλήνες) τα ακάθαρτα νερά ή άλλες ακαθαρσίες: Μόνο τα νερά της βροχής αποχετεύονταν· για όλα τ άλλα είχαν βόθρους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἀποχετεῦον — ἀποχετεύω draw off pres part act masc voc sg ἀποχετεύω draw off pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετεύσονται — ἀποχετεύω draw off fut ind mid 3rd pl ἀ̱ποχετεύσονται , ἀποχετεύω draw off futperf ind mp 3rd pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετευομένους — ἀποχετεύω draw off pres part mp masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετευσάμενοι — ἀποχετεύω draw off aor part mid masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετευσάμενος — ἀποχετεύω draw off aor part mid masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετεῦσαι — ἀποχετεύω draw off aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετεύειν — ἀποχετεύω draw off pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετεύεται — ἀποχετεύω draw off pres ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποχετεύονται — ἀποχετεύω draw off pres ind mp 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”